- θρηνούντων
- θρηνέωsing a dirgepres part act masc/neut gen pl (attic epic doric)θρηνέωsing a dirgepres imperat act 3rd pl (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μουσείο, Αρχαιολογικό Βραυρώνας — Βρίσκεται πολύ κοντά στον αρχαιολογικό χώρο του ιερού της Βραυρωνίας Αρτέμιδος. Χτίστηκε το 1962, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Γ. Φωτιάδη, και άνοιξε τις αίθουσές του στο κοινό το 1969. Εκτός από τα ευρήματα του ιερού, στεγάζει και ευρήματα των… … Dictionary of Greek